Σε αμφισβήτηση τίθεται η γνωστή «θεωρία του ντόμινο» σχετικά με τους μεγάλους σεισμούς και την πιθανή συσχέτιση μεταξύ τους, έπειτα από μια νέα επιστημονική έρευνα.
Η εν λόγω θεωρία πρότεινε μια πιθανή «επικοινωνία» μεταξύ των μεγάλων σεισμών που έχουν σημειωθεί τα τελευταία χρόνια, παρά τις μεγάλες μεταξύ τους αποστάσεις. Ιδιαίτερα «βίαιοι» και καταστροφικοί σεισμοί είχαν σημειωθεί το2004 στη Σουμάτρα, το ’10 στην Αϊτή και ένα χρόνο αργότερα στην Ιαπωνία.
Ωστόσο, η επιστημονική έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τους σεισμολόγους Τομ Πάρσονς και Έρικ Γκάιστ της Αμερικανικής Γεωλογικής Υπηρεσίας, έρχεται να καταρρίψει αυτή τη θεωρία. Αντίθετα, το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει είναι ότι τα καταστροφικά αυτά συμβάντα είναι τυχαία και δεν είναι δυνατό να αλληλοεπηρεαστούν σε τόσο μεγάλες αποστάσεις.
Προκειμένου να εξετάσουν τη πιθανότητα οι σεισμοί να συσχετίζονται μεταξύ τους, οι επιστήμονες μελέτησαν δύο ομάδες μεγάλων σεισμών. Η πιο πρόσφατη περιελάμβανε αυτούς που έλαβαν χώρα μετά το 2004 και η άλλη ορισμένους στη δεκαετία του ΄60, όταν πάλι είχαν τύχει να συμβούν πολλοί ισχυροί διαδοχικοί σεισμοί σε διάφορα σημεία του πλανήτη.
Για να δουν αν ήταν τυχαία ή όχι η συσσώρευση τόσων σεισμών στη δεκαετία του ΄60, καθώς και κατά τα τελευταία χρόνια, οι δύο γεωλόγοι κατέγραψαν τη χρονική απόσταση που έχει μεσολαβήσει ανάμεσα στους μεγαλύτερους σεισμούς (ισχύος άνω των 8,3 Ρίχτερ) κατά τα τελευταία 100 χρόνια και τη συνέκριναν με μία προσομοιωμένη χρονική σειρά τυχαίων σεισμών. Τελικά κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι μεγάλοι σεισμοί λαμβάνουν χώρα με τυχαίο χρονισμό και δεν φαίνεται καθόλου να αλληλοσυσχετίζονται.
Και πώς γίνεται τόσοι πολλοί ισχυροί σεισμοί να είναι τυχαίοι, αφού κατά καιρούς συμπίπτουν χρονικά; «Ναι, φαίνεται παράξενο, όμως δεν είναι κάτι που δεν θα περίμενε κανείς από μία τυχαία διαδικασία, στην οποία το φαινόμενο της ομαδοποίησης (συγκέντρωσης) είναι απολύτως τυπικό. Αν π.χ. κανείς παίξει κορώνα- γράμματα πολλές φορές, το αποτέλεσμα δεν είναι μία ομαλή εναλλαγή ανάμεσα στις κορώνες και τα γράμματα, αλλά μπορούν να εμφανιστούν στη σειρά πολλές κορώνες ή πολλά γράμματα», δήλωσε ο Πάρσονς.
Αυτό, όπως αναφέρουν, έχει και μία επικίνδυνη όψη: ότι ο κίνδυνος που απειλεί την ανθρωπότητα από μέγα-σεισμούς είναι στατιστικά ίδιος οποιαδήποτε στιγμή, αφού η πιθανότητα να συμβεί ένας επόμενος καταστροφικός σεισμός δεν εξαρτάται από το αν πρόσφατα συνέβη ένας εξίσου ισχυρός σεισμός σε κάποιο άλλο μέρος της Γης.
Από την άλλη, όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, κατά τους αμερικανούς γεωλόγους, η πιο αισιόδοξη όψη της μελέτης τους είναι ότι αφού οι μέγα-σεισμοί είναι τυχαίοι και ήδη έχουν γίνει αρκετοί από αυτούς κατά τα τελευταία χρόνια σε κοντινά χρονικά διαστήματα, είναι σχετικά μικρότερη η πιθανότητα να επαναληφθεί κάποια τέτοια παρόμοια συσσώρευση καταστροφών στο άμεσο μέλλον.
Πάντως, προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι οι μεγάλοι σεισμοί όντως φαίνεται να έχουν κάποια επίπτωση σε μεγαλύτερες αποστάσεις, αλλά χωρίς να αποκτούν μεγάλη ισχύ. «Μετά από μεγάλους σεισμούς, βλέπουμε πολλούς μικρο-σεισμούς σε όλο τον πλανήτη, οι οποίοι όμως για κάποιο λόγο δεν φαίνεται να εξελίσσονται σε μέγα-σεισμούς», όπως είπε ο Πάρσονς.
Η διαπίστωση περί τυχαίου χαρακτήρα των σεισμών, εξάλλου, δυσκολεύει την πρόβλεψή τους, αφού μερικοί ερευνητές έλπιζαν ότι η τυχόν παγκόσμια «επικοινωνία» των μέγα-σεισμών θα διευκόλυνε την πρόβλεψη ενός επόμενου ανάλογου συμβάντος.
Πάντως οι επιστήμονες διαφωνούν ακόμα, σε ποιο βαθμό είναι δυνατή η πρόβλεψη των μελλοντικών σεισμών. Μερικοί επιμένουν ότι το εν λόγω γεωλογικό φαινόμενο, τελικά, είναι χαοτικό και η πρόβλεψή του είναι αδύνατη, ενώ άλλοι δεν έχουν σταματήσει να ερευνούν νέους τρόπους, πιο αποτελεσματικής πρόβλεψης των σεισμών.
Η έρευνα των Τομ Πάρσονς και Έρικ Γκάιστ δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της Αμερικανικής Σεισμολογικής Εταιρίας.
Η εν λόγω θεωρία πρότεινε μια πιθανή «επικοινωνία» μεταξύ των μεγάλων σεισμών που έχουν σημειωθεί τα τελευταία χρόνια, παρά τις μεγάλες μεταξύ τους αποστάσεις. Ιδιαίτερα «βίαιοι» και καταστροφικοί σεισμοί είχαν σημειωθεί το2004 στη Σουμάτρα, το ’10 στην Αϊτή και ένα χρόνο αργότερα στην Ιαπωνία.
Ωστόσο, η επιστημονική έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τους σεισμολόγους Τομ Πάρσονς και Έρικ Γκάιστ της Αμερικανικής Γεωλογικής Υπηρεσίας, έρχεται να καταρρίψει αυτή τη θεωρία. Αντίθετα, το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει είναι ότι τα καταστροφικά αυτά συμβάντα είναι τυχαία και δεν είναι δυνατό να αλληλοεπηρεαστούν σε τόσο μεγάλες αποστάσεις.
Προκειμένου να εξετάσουν τη πιθανότητα οι σεισμοί να συσχετίζονται μεταξύ τους, οι επιστήμονες μελέτησαν δύο ομάδες μεγάλων σεισμών. Η πιο πρόσφατη περιελάμβανε αυτούς που έλαβαν χώρα μετά το 2004 και η άλλη ορισμένους στη δεκαετία του ΄60, όταν πάλι είχαν τύχει να συμβούν πολλοί ισχυροί διαδοχικοί σεισμοί σε διάφορα σημεία του πλανήτη.
Για να δουν αν ήταν τυχαία ή όχι η συσσώρευση τόσων σεισμών στη δεκαετία του ΄60, καθώς και κατά τα τελευταία χρόνια, οι δύο γεωλόγοι κατέγραψαν τη χρονική απόσταση που έχει μεσολαβήσει ανάμεσα στους μεγαλύτερους σεισμούς (ισχύος άνω των 8,3 Ρίχτερ) κατά τα τελευταία 100 χρόνια και τη συνέκριναν με μία προσομοιωμένη χρονική σειρά τυχαίων σεισμών. Τελικά κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι μεγάλοι σεισμοί λαμβάνουν χώρα με τυχαίο χρονισμό και δεν φαίνεται καθόλου να αλληλοσυσχετίζονται.
Και πώς γίνεται τόσοι πολλοί ισχυροί σεισμοί να είναι τυχαίοι, αφού κατά καιρούς συμπίπτουν χρονικά; «Ναι, φαίνεται παράξενο, όμως δεν είναι κάτι που δεν θα περίμενε κανείς από μία τυχαία διαδικασία, στην οποία το φαινόμενο της ομαδοποίησης (συγκέντρωσης) είναι απολύτως τυπικό. Αν π.χ. κανείς παίξει κορώνα- γράμματα πολλές φορές, το αποτέλεσμα δεν είναι μία ομαλή εναλλαγή ανάμεσα στις κορώνες και τα γράμματα, αλλά μπορούν να εμφανιστούν στη σειρά πολλές κορώνες ή πολλά γράμματα», δήλωσε ο Πάρσονς.
Αυτό, όπως αναφέρουν, έχει και μία επικίνδυνη όψη: ότι ο κίνδυνος που απειλεί την ανθρωπότητα από μέγα-σεισμούς είναι στατιστικά ίδιος οποιαδήποτε στιγμή, αφού η πιθανότητα να συμβεί ένας επόμενος καταστροφικός σεισμός δεν εξαρτάται από το αν πρόσφατα συνέβη ένας εξίσου ισχυρός σεισμός σε κάποιο άλλο μέρος της Γης.
Από την άλλη, όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, κατά τους αμερικανούς γεωλόγους, η πιο αισιόδοξη όψη της μελέτης τους είναι ότι αφού οι μέγα-σεισμοί είναι τυχαίοι και ήδη έχουν γίνει αρκετοί από αυτούς κατά τα τελευταία χρόνια σε κοντινά χρονικά διαστήματα, είναι σχετικά μικρότερη η πιθανότητα να επαναληφθεί κάποια τέτοια παρόμοια συσσώρευση καταστροφών στο άμεσο μέλλον.
Πάντως, προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι οι μεγάλοι σεισμοί όντως φαίνεται να έχουν κάποια επίπτωση σε μεγαλύτερες αποστάσεις, αλλά χωρίς να αποκτούν μεγάλη ισχύ. «Μετά από μεγάλους σεισμούς, βλέπουμε πολλούς μικρο-σεισμούς σε όλο τον πλανήτη, οι οποίοι όμως για κάποιο λόγο δεν φαίνεται να εξελίσσονται σε μέγα-σεισμούς», όπως είπε ο Πάρσονς.
Η διαπίστωση περί τυχαίου χαρακτήρα των σεισμών, εξάλλου, δυσκολεύει την πρόβλεψή τους, αφού μερικοί ερευνητές έλπιζαν ότι η τυχόν παγκόσμια «επικοινωνία» των μέγα-σεισμών θα διευκόλυνε την πρόβλεψη ενός επόμενου ανάλογου συμβάντος.
Πάντως οι επιστήμονες διαφωνούν ακόμα, σε ποιο βαθμό είναι δυνατή η πρόβλεψη των μελλοντικών σεισμών. Μερικοί επιμένουν ότι το εν λόγω γεωλογικό φαινόμενο, τελικά, είναι χαοτικό και η πρόβλεψή του είναι αδύνατη, ενώ άλλοι δεν έχουν σταματήσει να ερευνούν νέους τρόπους, πιο αποτελεσματικής πρόβλεψης των σεισμών.
Η έρευνα των Τομ Πάρσονς και Έρικ Γκάιστ δημοσιεύτηκε στο περιοδικό της Αμερικανικής Σεισμολογικής Εταιρίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου