Αναπτύσσεται με γρήγορους ρυθμούς, τα τελευταία χρόνια, στη χώρα μας και προσφέρει μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης για τους παραγωγούς
Ιδανικές για την ανάπτυξη των δέντρων οι κλιματολογικές συνθήκες...
Μπορεί η καλλιέργεια της ροδιάς στην Ελλάδα να ξεκίνησε από τα αρχαία χρόνια, όπου το ρόδι αναφέρεται και ως η «τροφή των θεών», παρ' όλα αυτά στη χώρα μας θεωρείται μια νέα μορφή καλλιέργειας με μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης.
Και αυτό γιατί, παρότι οι κλιματολογικές συνθήκες ευνοούν την καλλιέργεια της ροδιάς, η ελληνική αγορά εισάγει σημαντικές ποσότητες προκειμένου να καλυφθεί η εγχώρια ζήτηση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η ροδιά μέχρι το 2005 ήταν ελάχιστα διαδεδομένη, καθώς καλλιεργούνταν σε πολύ μικρές εκτάσεις. Συγκεκριμένα, η καλλιεργούμενη έκταση δεν ξεπερνούσε τα 700-800 στρέμματα, ενώ πολλά ήταν και τα διάσπαρτα δένδρα σε κήπους. Το κέντρο παραγωγής ήταν η ευρύτερη περιοχή της Ερμιόνης, όπου καλλιεργείται και η ομώνυμη ποικιλία.
Μάλιστα, η Ερμιόνη ήταν μέχρι το 2005 και η περιοχή που τροφοδοτούσε την αγορά της Αθήνας με 300-400 τόνους ροδιών. Μετά την έξαρση του ενδιαφέροντος για τη ροδιά το 2007, η καλλιεργούμενη έκταση έφτασε τα 4.000 στρέμματα. Σήμερα πλησιάζει τα 8.000 στρέμματα. Στο διάστημα αυτό, η καλλιέργεια στη χώρα μας επεκτάθηκε σε πολλές περιοχές όπως της Ξάνθης, της Λάρισας, των Φαρσάλων, των Γιαννιτσών, της Λακωνίας, της Ηλείας και σε άλλες.
Παρ' όλα αυτά, ακόμη και σήμερα η χώρα μας εισάγει μεγάλες ποσότητες ροδιών από την Τουρκία, το Ιράν, την Ινδία, την Αίγυπτο και το Ισραήλ για να καλύψει τις ανάγκες της, που ανέρχονται σε 1.000-1.200 τόνους. Συγκεκριμένα, περισσότεροι από 800 τόνοι εισάγονται ετησίως.
Στην περιοχή της Ερμιόνης, όπου η ροδιά αποτελεί παραδοσιακή καλλιέργεια, παράγεται ο κύριος όγκος ροδιών στην Ελλάδα (πάνω από 300 τόνοι). Στην ίδια περιοχή της Ερμιόνης καλλιεργείται και η ομώνυμη ποικιλία ροδιάς «Ερμιόνη». Παράλληλα, όμως, σε διάφορους νομούς της Ελλάδας (Αργολίδας, Ηλείας, Λακωνίας, Μεσσηνίας, Πέλλας, Ξάνθης, Λάρισας, Σερρών) έγιναν αρκετές φυτεύσεις νέων φυτειών ροδιάς, κυρίως της ποικιλίας Wonderful, που σε αντίθεση με την ποικιλία «Ερμιόνη» είναι κατάλληλη μόνο για παραγωγή χυμών.
Εκτός ελληνικών συνόρων η ροδιά καλλιεργείται σε μεγάλη έκταση σε πολλές ασιατικές χώρες όπως το Αφγανιστάν, την Περσία, το Τουρκεστάν και τις Ινδίες. Καλλιεργείται επίσης στις μεσογειακές χώρες Ισπανία, Ιταλία, Αλγερία, Τυνησία, Πορτογαλία, Αίγυπτος, ΗΠΑ, Τουρκία και Μαρόκο.
Η παγκόσμια παραγωγή ανέρχεται στους 2,25 εκατ. τόνους με τις Ινδίες στην πρώτη θέση που ξεπερνά το 50% της παγκόσμιας παραγωγής (53%), δεύτερη την Περσία (29%) και τρίτη τις ΗΠΑ με 4,5%. Καλλιεργείται κυρίως σε εύκρατες περιοχές, τόσο σε χαμηλό όσο και σε υψηλό υψόμετρο. Η ροδιά καλλιεργούνταν στην Ελλάδα από τα αρχαία χρόνια και γι' αυτό απαντάται σήμερα αυτοφυής σε πολλές περιοχές της χώρας μας.
Στην Οδύσσεια αναφέρεται ότι καλλιεργούνταν συστηματικά στο νησί των Φαιάκων. Στα αρχαία χρόνια ήταν γνωστή σαν φυτό φαρμακευτικό και ήταν σύμβολο της ομορφιάς, της μακροζωίας, της γονιμότητας.
Οι ποικιλίες του φυτού
Υπάρχουν αρκετές ποικιλίες ροδιάς και ανάλογα με ορισμένα κριτήρια διακρίνονται σε διάφορες κατηγορίες. Οι ποικιλίες της ροδιάς, ανάλογα με την περιεκτικότητα του χυμού τους σε οξέα διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες: α) Γλυκές, ημίγλυκες και ξινές ποικιλίες:
Ενας άλλος τρόπος διάκρισης των ροδιών είναι σύμφωνα με τον τόπο προέλευσής τους. Στην Ελλάδα οι καλλιεργούμενες ποικιλίες φέρονται πολλές φορές στην αγορά με το όνομα του τόπου προέλευσης χωρίς να γίνεται άλλη διάκριση.
Υψηλές αποδόσεις
Από 450 έως 900 € το αρχικό κόστος της επένδυσης
Από 450 έως 900 € το αρχικό κόστος της επένδυσης
Πρώτης τάξεως εναλλακτική καλλιέργεια μπορεί να αποτελέσει η ροδιά, φθάνοντας να αποδίδει κέρδη της τάξης των 1.500 ευρώ ανά στρέμμα, ενώ το αρχικό κόστος της επένδυσης για την εγκατάσταση της καλλιέργειας εξαρτάται από την ηλικία των δέντρων και κυμαίνεται από 450 έως 900 ευρώ ανά στρέμμα.
Οπως επισημαίνει ο γεωπόνος Σταμάτης Μερτύρης που έχει φυτώριο στην περιοχή της Ερμιόνης και ασχολείται με την ομώνυμη ποικιλία ροδιάς, αλλά και κλώνους της ποικιλίας αυτής με εξίσου σημαντικές αποδόσεις, «η ροδιά μπαίνει σε παραγωγή τον τρίτο χρόνο ζωής της.
Η παραγωγή τα επόμενα χρόνια αυξάνει σταδιακά και από τον 7 χρόνο κι έπειτα δίνει πλήρη παραγωγή. Για την εγκατάσταση της φυτείας απαιτούνται έως 90 δέντρα ανά στρέμμα με τις αποστάσεις φύτευσης να υπολογίζονται σε 3Χ3,5.
Το κόστος εγκατάστασης ανά δέντρο ανάλογα με την ηλικία του δέντρου για κλώνους της ποικιλίας «Ερμιόνη» είναι:
- Δέντρα 1 έτους. 5 ευρώ (450 ευρώ ανά στρέμμα)
- Δέντρα 2 ετών. 8 ευρώ (720 ευρώ ανά στρέμμα)
- Δέντρα 3 ετών (όπου ξεκινά και η παραγωγή). 10 ευρώ (900 ευρώ ανά στρέμμα).
Η ελάχιστη της παραγωγής ανέρχεται στους 2,5 τόνους ανά στρέμμα από ενήλικα δέντρα.
Το καθαρό κέρδος ανέρχεται στα 1.500 ευρώ ανά στρέμμα περίπου, ενώ τα ετήσια έξοδα ανά στρέμμα φθάνουν έως 250 ευρώ. Η ροδιά είναι δένδρο φυλλοβόλο. Αναπτύσσεται συνήθως σε θάμνο αλλά μπορεί να διαμορφωθεί και σε δένδρο ύψους μέχρι 6 μέτρων. Σαν δένδρο μπορεί να διαμορφωθεί σε έναν κορμό αλλά και σε 2-4 κορμούς που βγαίνουν κοντά στο έδαφος. Είναι δένδρο μακρόβιο αφού ζει μέχρι και 200 χρόνια.
Η ανθοφορία ξεκινά τον Απρίλιο και διαρκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, σε ορισμένες ποικιλίες μέχρι και το φθινόπωρο. Οι καλύτεροι καρποί προέρχονται από τα πρώιμα άνθη.
Ευδοκιμεί σε θερμές περιοχές, με εύκρατο μέχρι και υποτροπικό κλίμα. Αντέχει μέχρι -10°C τον χειμώνα, η αντοχή όμως στους παγετούς διαφέρει μεταξύ των ποικιλιών και της εποχής που συμβαίνουν.
Υψόμετρο
Αντέχει ακόμη και στα 800-1.000 μέτρα, καλό είναι ωστόσο να αποφεύγεται η καλλιέργεια σε μεγάλα υψόμετρα λόγω κινδύνου από παγετούς. Υψηλές θερμοκρασίες το καλοκαίρι ευνοούν την καλή γεύση, τον καλό χρωματισμό και την ωρίμαση των καρπών.
Αντέχει ακόμη και στα 800-1.000 μέτρα, καλό είναι ωστόσο να αποφεύγεται η καλλιέργεια σε μεγάλα υψόμετρα λόγω κινδύνου από παγετούς. Υψηλές θερμοκρασίες το καλοκαίρι ευνοούν την καλή γεύση, τον καλό χρωματισμό και την ωρίμαση των καρπών.
Πολλές βροχές το καλοκαίρι δίνουν πολλούς καρπούς αλλά μαλακούς με μικρή ικανότητα μεταφοράς και συντήρησης. Ευδοκιμεί σε διάφορους τύπους εδαφών.
Ανέχεται τα μέτρια αλκαλικά εδάφη αποδίδει όμως καλά σε πλούσια, βαθιά, γόνιμα, μέσης σύστασης εδάφη, αρδευόμενα και αμμοαργιλώδη με pH 5,5-7,0. Σε ξηρά και άγονα εδάφη οι καρποί γίνονται μικροί και ευαίσθητοι στο σχίσιμο ενώ σε βαριά πηλώδη οι καρποί δεν χρωματίζονται ικανοποιητικά.
Η αξιοποίηση των καρπών και του χυμού
Χρησιμοποιείται από τρόφιμο έως φάρμακο και καλλυντικό
Χρησιμοποιείται από τρόφιμο έως φάρμακο και καλλυντικό
Οι αντιοξειδωτικές ιδιότητες των καρπών της ροδιάς τους καθιστούν βασικούς παράγοντες της βιομηχανίας φαρμάκων και της βιομηχανίας παραγωγής καλλυντικών κυρίως για την παραγωγή προϊόντων που αφορούν τη φροντίδα του δέρματος των ανθρώπων, αλλά και προϊόντων προστασίας του δέρματος από τον καρκίνο. Ενδεικτικά και μόνο αναφέρονται οι πιο κάτω χρήσεις των καρπών και του χυμού τους:
- Φαρμακευτική (είναι πλούσιοι σε πολυφαινόλες και ανθοκυάνες)
- Κατανάλωση σαν νωπά φρούτα, πλούσια σε σάκχαρα και ασκορβικό οξύ (βιταμίνη C)
- Παρασκευή είδους κρασιού (Ισπανία και Ιαπωνία)
- Βυρσοδεψία (οι φλούδες των καρπών)
- Παρασκευή χυμών
- Παρασκευή ηδύποτων όπως η γρεναδίνη.
Ο καρπός της ροδιάς εκτιμάται ιδιαίτερα από καταναλωτές που γνωρίζουν τη θρεπτική του αξία και την υπέροχη γεύση του. Είναι γενικά γνωστό από την παράδοση πως το ηδύποτο που παρασκευάζεται από ρόδι (γρεναδίνη) είναι πολύ ευεργετικό για πυρετικές καταστάσεις.
Πυκνό αφέψημα του φλοιού ροδιών και της ρίζας χρησιμοποιείτο ως ανθελμινθικό και ιδίως κατά της ταινίας, της δυσεντερίας και της διάρροιας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου